ατος, τό, A falsehood, Aq.Ps.61(62).5.
διάψευσμα: τό, ψεῦδος, Ἀκύλ. Π. Δ.
-ματος, τό falsedad Aq.Ps.61.5, Chrys.M.55.325.
διάψευσμα, το (Α)ψευτιά, ψέμα.