κορυμβίας

Revision as of 09:39, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

ον, ὁ,    A white-berried ivy, Hedera helix, Thphr.HP3.18.6.

Greek Monolingual

κορυμβίας, -ου, ὁ (Α) κόρυμβος
είδος κισσού που ονομάστηκε έτσι από τα βοτρυοειδή άνθη του και τον καρπό του.