πεντακισμύριοι

Revision as of 15:50, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

[ῡ], αι, α,    A fifty thousand, Hdt.7.103, Luc.Pisc. 20.

German (Pape)

[Seite 556] funfzigtausend, Her. 7, 103 u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

πεντακῐσμύριοι: [ῠ], -αι, -α, πεντάκις μύριοι, δηλ. 50,000, Ἡρόδ. 7. 103, Λουκ. Ἁλιεὺς 20.

French (Bailly abrégé)

αι, α;
cinquante mille.
Étymologie: πεντάκις, μύριοι.

Greek Monolingual

-ες, -α / πεντακισμύριοι, -αι, -α, ΝΑ
πέντε φορές μύριοι, δηλ. πενήντα χιλιάδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντάκις + μύριοι].

Greek Monotonic

πεντᾰκισμύριοι: [ῡ], -αι, -α, πέντε φορές επί δέκα χιλιάδες, πενήντα χιλιάδες, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

πεντᾰκισμύριοι: (ῡ) пятьдесят тысяч Her., Luc.

Middle Liddell


five times ten thousand, 50, 000, Hdt.