πλάτων

Revision as of 17:25, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

bronze    A ladle for separating whey from curds, Hsch.

Greek Monolingual

Α (κατά τον Ησύχ.) χάλκινη κουτάλα με την οποία διαχώριζαν το τυρόγαλο από το τυρόπηγμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλατύς + επίθημα -ων (πρβλ. γλίσχρ-ων)].