ἀντιφωτισμός

Revision as of 14:06, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

ὁ,    A reflection of light, Plu.2.625e; πρὸς τὴν σελήνην Id.Nic.21.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιφωτισμός: ὁ, (φωτίζω) ἀντανάκλασις φωτός, ἀντίλαμψις, πῶς νῦν (τὰ αἰσθητήρια τῶν γερόντων) ἐν τῷ ἀναγιγνώσκειν τὸν ἐγγύθεν ἀντιφωτισμὸν οὐ φέρουσι; Πλούτ. 2.625DϏ ὁ πρὸς τὴν σελήνην τῶν ἀσπίδων ἀντιφωτισμὸς ὁ αὐτ. Νικ. 21.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
réflexion de la lumière.
Étymologie: ἀντί, φωτίζω.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
reflejo de la luz, luz reflejadaref. a la visión del hombre ἐν τῷ ἀναγινώσκειν τὸν ἐγγύθεν ἀντιφωτισμὸν οὐ φέρουσιν Plu.2.625e, τῶν ἀσπίδων πρὸς τὴν σελήνην Plu.Nic.21.

Greek Monolingual

ἀντιφωτισμός, ο (Α)
αντανάκλαση φωτός.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιφωτισμός: ὁ отражение света, отблеск (τῶν ἀσπίδων πρὸς τὴν σελήνην Plut.).