ές, A ungentle, harsh, Sch.Pi.P.2.10.
ἀπροσηνής: -ές, ὁ μὴ προσηνής, Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 2. 10.
-ές áspero, duro Hsch.s.u. ἀμείλιχος.