έως, ὁ, and ὀστανα-λᾰβεύς, έως, ὁ, names of surgical instruments, Hermes 38.284 (- A boleos cod.), 282 (-λαβες cod.).
ὀσταναβολεύς, -έως, ὁ (Α)ονομασία χειρουργικού εργαλείου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀστέον / ὀστοῦν + ἀναβολευς «είδος χειρουργικού εργαλείου»].