ἡ, A healing only in words, v. λογίατρος.
λογοϊατρεία: ἡ, θεραπεία μόνον ἐν λόγοις, πρβλ. λογίατρος.
λογοϊατρεία, ἡ (Α)βλ. λογιατρεία.