ἡ, A = μυχός, f.l. in Suid. II = ἀμυχή, Gal.17(1).963.
[Seite 224] ἡ, = μτχός, f. L. bei Suid.
μυχή, ἡ (Α)1. (κατά το λεξ. Σούδα) (εσφ. γρφ.) αντί μυχός2. αμυχή.