[ῠ], ἡ, A side-door, wicket, Inscr.Perg.237, 239, Gloss.
[Seite 479] ἡ, Stubenthür, Seitenthür (?).
ἡ, Απλαϊνή θύρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + θύρα «πόρτα»].