ἀντιδάκτυλος

Revision as of 19:20, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

ὁ, A thumb, Aq.Ex.29.20. II in Metric, dactyl reversed, anapaest, Diom.1.478K., Choerob.in Heph.p.215C.

German (Pape)

[Seite 250] ὁ, umgekehrter Daktylus, d. i. Anapäst, Schol. Steph. p. 159 Gaisf.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιδάκτῠλος: ὁ, ὁ ἀντίχειρ, Ἀκύλας Π. Διαθ. ΙΙ. παρὰ τοῖς μετρικοῖς, ἀνεστραμμένος δάκτυλος, ἤτοι ἀνάπαιστος (υ υ -).

Spanish (DGE)

-ου, ὁ 1 pulgar Aq.Ex.29.20.
2 métr. anapesto ἀνάπαιστος δέ, ὃν καὶ καλοῦσι τινὲς ἀντιδάκτυλον Choerob.in Heph.p.215, cf. Mar.Vict.6.45, Diom.1.478.28.

Greek Monolingual

ἀντιδάκτυλος, ο (AM)
μσν.
το χοντρό δάχτυλο του χεριού, ο αντίχειρας
αρχ.
ο ανεστραμμένος δάκτυλος, ο ανάπαιστος (υυ-).

Russian (Dvoretsky)

ἀντιδάκτῠλος: ὁ стих. обратный дактиль (стопа ∪ ∪ –).