ἀποτελευτή
English (LSJ)
ἡ, = sq., A ἀ. εἴς τι ποιεῖσθαι Antyll. ap. Orib.44.22.1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτελευτή: ἡ, = ἀποτελεύτησις, εἴς τι Ὀρειβάσ. 14 Mai.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ terminaciónεἰς ὀστέα Antyll. en Orib.44.19.1.
ἡ, = sq., A ἀ. εἴς τι ποιεῖσθαι Antyll. ap. Orib.44.22.1.
ἀποτελευτή: ἡ, = ἀποτελεύτησις, εἴς τι Ὀρειβάσ. 14 Mai.
-ῆς, ἡ terminaciónεἰς ὀστέα Antyll. en Orib.44.19.1.