A v. χανδάνω.
ἔχᾰδον: ἴδε χανδάνω.
v. χανδάνω.
see χανδάνω.
ἔχᾰδον: αόρ. βʹ του χανδάνω.
ἔχᾰδον: aor. 2 к χανδάνω.