ῥωμαϊστής

Revision as of 15:00, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

οῦ, ὁ, A actor of Latin comedies, IG11(2).133.81 (Delos, ii B.C.).


Greek Monolingual

ο / ῥωμαϊστής, ΝΑ ῥωμαΐζω
αυτός που ασχολείται με την ιστορία και τους θεσμούς της αρχαίας Ρώμης και ιδίως νομικός ασχολούμενος ειδικά με το Ρωμαϊκό Δίκαιο
αρχ.
ηθοποιός τών λατινικών κωμωδιών.