μετονομασία

Revision as of 13:25, 14 September 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " in pl." to " in plural")

English (LSJ)

ἡ, A change of name: in plural, title of work by Nicanor, Ath.7.296d.

German (Pape)

[Seite 161] ἡ, Umnennung, Aenderung des Namens, Ath. VII, 296 e; Νικάνωρ ἐν Μετονομασίαις (Titel eines Buches) τὸν Μελικέρτην φησὶ Γλαῦκον μετονομασθῆναι.

Greek (Liddell-Scott)

μετονομασία: ἡ, ἀλλαγὴ ὀνόματος, Νικάνωρ ὁ Κυρηναῖος παρ’ Ἀθην. 296Ε.

Greek Monolingual

η (Α μετονομασία) μετονομάζω
αλλαγή ονόματος
αρχ.
στον πληθ. Μετονομασίαι
τίτλος έργου του Νικάνορος.