δεκαγράμματος

Revision as of 18:20, 11 January 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " f.l." to " f.l.")

English (LSJ)

A f.l. for ἑνδεκα-, Ath.10.455b.

German (Pape)

[Seite 542] aus zehn Buchstaben bestehend, Ath. X, 455 b.

Greek (Liddell-Scott)

δεκαγράμματος: -ον, ὁ ἐκ δέκα γραμμάτων συγκείμενος, Ἀθήν. 455Β· ἀλλ’ ἡ ἔννοια ἀπαιτεῖ: ἑνδεκαγρ-

Spanish (DGE)

-ον
métr. de diez letras de un pie métrico, Ath.455b (cód.).

Greek Monolingual

-η, -ο (Α δεκαγράμματος, -ον)
αυτός που αποτελείται από δέκα γράμματα.