sift out, ὑποσήσας τὸ λεπτότατον ἄλευρον Gal.6.481 (v.l. ὑποσείσας).
Ακοσκινίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + σήθω «κοσκινίζω»].