ἀκροχολία

Revision as of 11:00, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")

English (LSJ)

v. sub ἀκραχολία.

German (Pape)

[Seite 85] und ἀκρόχολος, für ἀκραχολία und ἀκράχολος.

French (Bailly abrégé)

v. ἀκραχολία.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
ira violenta, irascibilidad Sopater en Stob.4.5.56, Arist.VV 1251a3, cf. ἀκραχολία.

Greek Monolingual

ακρόχολος, ακροχολώ (AM)
βλ. ακραχολία, ακράχολος, ακραχολώ.

Russian (Dvoretsky)

ἀκροχολία:вспыльчивость, раздражительность Plut.