θέλυμνα

Revision as of 23:35, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

ων, τά,= θέμεθλα, foundations or elements of things, θ. τε καὶ στερεωπά cj. for θελημνά, θελημά, Emp.21.6. (Cf. προθέλυμνος, τετραθέλυμνος.)

Greek (Liddell-Scott)

θέλυμνα: -ων, τά, = θέμεθλα, τὰ θεμέλια ἢ στοιχεῖα τῶν πραγμάτων, τὰ semina rerum τοῦ Λουκρητίου, Ἐμπεδ. 73, 139 Sturz· πρβλ. τὸ Ὁμηρ. προθέλυμνος, τετραθέλυμνος· ἐν τῷ πρώτῳ χωρίῳ ὁ Karsten ἀναγινώσκει ἐθελυμνά, ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ ἐθελημά.

French (Bailly abrégé)

ων (τά) :
fondements des choses.
Étymologie: R. Θε, poser ; cf. τίθημι.

Russian (Dvoretsky)

θέλυμνα: τά (лат. semina rerum Lucr.) основания, первоначала Emped.