θεμελιόθεν

Revision as of 23:45, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

= Lat. funditus, Dosith.p.412 K., Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

θεμελιόθεν: Ἐπίρρ., ἐκ θεμελίων, Γλωσσ.

Greek Monolingual

θεμελιόθεν (Α)
επίρρ. επιγρ. εκ θεμελίων, άρδην.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεμέλιον + -θεν, κατάλ. δηλωτική της προελεύσεως, αφετηρίας ή από τόπου κινήσεως].