ἀδιακρισία
English (LSJ)
ἡ, want of discernment, Suid. s.v. ἀκρισία.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδιακρισία: ἡ, ἔλλειψις διακρίσεως, Σουΐδ., Ἐκκλ.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
falta de discernimiento Ephr.Syr.3.346A, Gr.Nyss.Eun.3.7.39, Sud.s.u. ἀκρισία.
ἡ, want of discernment, Suid. s.v. ἀκρισία.
ἀδιακρισία: ἡ, ἔλλειψις διακρίσεως, Σουΐδ., Ἐκκλ.
-ας, ἡ
falta de discernimiento Ephr.Syr.3.346A, Gr.Nyss.Eun.3.7.39, Sud.s.u. ἀκρισία.