ἀνακυλίνδω
English (LSJ)
'reflect', t.t. in dissection, Gal.2.730.
Spanish (DGE)
desplazar tirando hacia atrás Gal.2.730.
Greek Monolingual
ἀνακυλίνδω (Α)
αντανακλώ (όρος της ανατομίας στον Γαληνό).
'reflect', t.t. in dissection, Gal.2.730.
desplazar tirando hacia atrás Gal.2.730.
ἀνακυλίνδω (Α)
αντανακλώ (όρος της ανατομίας στον Γαληνό).