ἀποστερητέον
English (LSJ)
one must defraud, τινά τινος Plu.2.931d.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποστερητέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις δι’ ἀπάτης νὰ στερήσῃ τινά τινος Πλούτ. 2. 931D.
French (Bailly abrégé)
adj. verb. de ἀποστερέω.
Spanish (DGE)
hay que defraudar σε τῶν ἰδίων Plu.2.931d.