εως, ἡ, = ὑπόδεσις, footgear, footwear, feetwear, Philum. ap. Orib.45.29.33, Iamb.Protr.21. ιά.
[Seite 1215] ἡ, wie ὑπόδεσις, das Darunterbinden, Hippocr.
ὑπόδησις: -εως, ἡ, μεταγενέστ. καὶ πλημμελὴς τύπος τοῦ ὑπόδεσις, Λοβέκ. εἰς Φρύν. 445.