ἀντυποκρίνομαι

Revision as of 13:35, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

English (LSJ)

ἀντυπουργέω, Ion. for ἀνθυπ-.

Spanish (DGE)

v. ἀνθυποκρίνομαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντυποκρίνομαι: ἀντυπουργέω, Ἰων. ἀντὶ ἀνθυπ-.

French (Bailly abrégé)

ion. c. ἀνθυποκρίνομαι.

Greek Monotonic

ἀντυποκρίνομαι: ἀντ-υπουργέω, Ιων. αντί ἀνθ-υπ-.