νεκυομαντεία

Revision as of 21:40, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

English (LSJ)

ἡ, sub-title of Luc.Menipp.; also of the eleventh Book of the Odyssey, Hermog.Prog.2, Eust.1670.23: pl. -τίαι, = defixiones, Gloss.

German (Pape)

[Seite 238] ἡ, = νεκρομαντεία, Sp.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
divination par l'évocation des morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.

Greek (Liddell-Scott)

νεκυομαντεία: «νεκρομαντεία» Ἡσύχ., Ἰουστίνου Ἀπολ. 1, 18, Κλήμ. Ἀλ. 1, 69B κλ.

Spanish

necromancia, adivinación por medio de los muertos

Greek Monolingual

νεκυομαντεία, ἡ (ΑΜ)
ως κύριο όν. Νεκυομαντεία
α) ο τίτλος της ενδέκατης (λ) ραψωδίας της Οδύσσειας, αλλ. Νέκυ(ι)α
β) διάλογος του Λουκιανού, αλλ. Μένιππος
αρχ.
η επίκληση τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα, η νεκρομαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεία.

Russian (Dvoretsky)

νεκυομαντεία:некромантия, вопрошение душ умерших о будущем Luc.