[Seite 653] ἡ, s. πολέμιος 3.
ας (ἡ) :v. πολέμιος.
πολεμία: ἡ, ἴδε πολέμιος, ΙΙΙ.
πολεμία: ἡ, βλ. πολέμιος III.
πολεμία -ας, ἡ zie πολέμιος.
πολεμία: ἡ (sc. γῆ) неприятельская территория Xen.