ἀγγελιηφόρος
English (LSJ)
Ionic for ἀγγελιαφόρος.
German (Pape)
[Seite 10] Her. 1, 126. 4, 71, für -αφόρος.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ἀγγελιαφόρος.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγγελιηφόρος: -ον, Ἰων. ἀντὶ ἀγγελιαφόρος.
Russian (Dvoretsky)
ἀγγελιηφόρος: ὁ ион. = ἀγγελιαφόρος.