ων (τά) :c. Διπόλεια.
Διπόλια και Διπόλεια και Διιπόλια και Διπολίεια, τα (Α)γιορτή της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν του Διός Πολιέως.
= Διϊπόλια, Διπόλεια.