ἀνεπιτήδεος
English (LSJ)
Ionic for ἀνεπιτήδειος.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ἀνεπιτήδειος.
Russian (Dvoretsky)
ἀνεπιτήδεος: ион. = ἀνεπιτήδειος.
German (Pape)
ion. = ἀνεπιτήδειος.
Ionic for ἀνεπιτήδειος.
ion. c. ἀνεπιτήδειος.
ἀνεπιτήδεος: ион. = ἀνεπιτήδειος.
ion. = ἀνεπιτήδειος.