τριπλασιεφήμισυς

Revision as of 17:12, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

English (LSJ)

υ, 3½ times as great — in Nicom. Ar. 1.22, 23.

Greek Monolingual

-υ, Α
(για αριθμό) τρεις φορές και ένα δεύτερο μεγαλύτερος από άλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριπλάσιος + ἐφήμισυς].

German (Pape)

drei und ein halb, Nicom. arithm. 1.22.