τό, Dim. of
A λαβίς 11, pair of tweezers, Dsc.1.68.7, Gal.12.687, PHolm.6.11. II Dim. of λαβή 1, ὑποδέρειν διὰ τοῦ λ. τοῦ σμιλαρίου Leonid. ap. Aët.6.1.
[Seite 1] τό, dim. von λαβίς, Diosc.