Λύκαιον

Revision as of 12:50, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

French (Bailly abrégé)

ου (τά) :
le sanctuaire d'Apollon du Lycée.
Étymologie: v. Λύκαιος.

Greek Monolingual

Λύκαιον, τὸ (Α) λύκος
1. ονομασία όρους στην Αρκαδία, σήμερα κν. Διαφόρτι
2. ναός του Λυκαίου Διός στο Λύκαιον όρος.

Russian (Dvoretsky)

Λύκαιον: (ῠ) τό Ликей
1 гора в юго-зап. Аркадии на границе с Мессенией, посвященная Зевсу и Пану Thuc.;
2 храм Зевсу Ликейскому Plut.