ἐχθεσινός

Revision as of 19:15, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")

English (LSJ)

ή, όν, = χθεσινός, yesterday's, διαγωγή AP10.79 (Pall.), cf. Dosith.p.397 K.

German (Pape)

[Seite 1124] = χθεσινός, gestrig, Pallad. 128 (X, 79).

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
d'hier, de la veille.
Étymologie: ἐχθές.

Russian (Dvoretsky)

ἐχθεσῐνός: вчерашний (διαγωγή Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐχθεσῐνός: ή, όν,= χθεσινός, Ἀνθ. Π. 10. 79.

Greek Monolingual

-ή, -ό και χθεσινός, -ή, -ό (Α ἐχθεσινός, -ή, -όν και χθεσινός, -ή, -όν) εχθές
αυτός που αναφέρεται στην προηγούμενη από τη σημερινή ημέρα, στο παρελθόν («ἀλλοτριωθέντες τῆς ἐχθεσινῆς διαγωγῆς», Ανθ. Παλ.).

Greek Monotonic

ἐχθεσῐνός: -ή, -όν, = χθεσινός, χθεσινός, σε Ανθ.

Middle Liddell

ἐχθεσῐνός, ή, όν = χθεσινός
yesterday's, Anth.