ὑπόσταλσις
English (LSJ)
-εως, ἡ, drawing in, contraction, τῆς κοιλίας prob. l. in Arist.HA499a21.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόσταλσις: -εως, ἡ, συστολή, τῆς κοιλίας, πιθαν. γραφὴ ἐν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 25.
-εως, ἡ, drawing in, contraction, τῆς κοιλίας prob. l. in Arist.HA499a21.
ὑπόσταλσις: -εως, ἡ, συστολή, τῆς κοιλίας, πιθαν. γραφὴ ἐν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 25.