δημιοεργείη
English (LSJ)
ἡ, = δημιουργία, Procl.H.7.20.
German (Pape)
[Seite 562] ἡ, öffentliche Arbeit, Procl.
Greek Monolingual
η (Α)
βλ. δημιουργία.
ἡ, = δημιουργία, Procl.H.7.20.
[Seite 562] ἡ, öffentliche Arbeit, Procl.
η (Α)
βλ. δημιουργία.