ἡ, = αἴγειρος, Com.Adesp.1276.
v. αἴγειρος.
αἴγερος: ἡ, αἴγειρος, Κωμ. Ἀνων. ἐν Μein. 4. σ. 621.
= αἴγειρος, EM. 28.39.