ἁμαξίς

Revision as of 14:20, 1 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, Dim. of ἅμαξα,
A little wagon, Hdt.3.113; go-cart, as child's toy, or cake of that shape, Ar.Nu.864.
2 = ἁμάμαξυς, Hsch.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
• Alolema(s): ἀμαξίς Hsch.
• Prosodia: [ᾰ-]
1 carrito Hdt.3.113, IG 22.1673.11, 40, de juguete, Ar.Nu.864, 880, Philostr.Her.19.2, Hsch.
2 tipo de uva de parra Hsch.

German (Pape)

[Seite 115] ίδος. ἡ, dim. von ἅμαξα, kleiner Wagen. Her. 3, 113. Bei Ar. Nubb. 854 als Spielz, ng für Kinder, σκυτίνη 870; VLL. erkl. es auch für Kuchen, wohl aus Mißverstandniß der Stelle.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
petit chariot.
Étymologie: ἅμαξα.

Russian (Dvoretsky)

ἁμαξίς: ίδος ἡ тележка Her., Arph.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμαξίς: -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ ἅμαξα, = μικρὸν ἁμάξιον, Λατ. plostellum. Ἡρόδ. 3. 113: καὶ ὡς παιγνίδιον διὰ παιδία, Ἀριστοφ. Νεφ. 864.

Greek Monolingual

ἁμαξὶς (-ίδος), η (Α)
1. μικρή άμαξα
2. αμαξάκι για να παίζουν τα μικρά παιδιά, καροτσάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἅμαξα + υποκορ. κατάλ. –ίς].

Greek Monotonic

ἁμαξίς: -ίδος, ἡ, υποκορ. του ἅμαξα, μικρή άμαξα, Λατ. plostellum, σε Ηρόδ., Αριστοφ.

Middle Liddell

[Dim. of ἅμαξα
a little wagon, Lat. plostellum, Hdt., Ar.

English (Woodhouse)

toy cart, toy waggon