χρυσεόστολος
English (LSJ)
ον, = foreg.,
A πέπλων χ. φάρος E.HF414 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1379] goldgeschmückt, Eur. Herc. fur. 414, πέπλων φάρος.
ον, = foreg.,
A πέπλων χ. φάρος E.HF414 (lyr.).
[Seite 1379] goldgeschmückt, Eur. Herc. fur. 414, πέπλων φάρος.