ἀναβαστακτήρ
Greek (Liddell-Scott)
ἀναβαστακτήρ: ῆρος, ὁ ἀναβαστάζων, ὑποβαστάζων, κρίκους λέγει τοὺς ἀναβαστακτῆρας Ὀλυμπιόδ. Διάκονος εἰς Ἰὼβ λςϳ. 5.
ἀναβαστακτήρ: ῆρος, ὁ ἀναβαστάζων, ὑποβαστάζων, κρίκους λέγει τοὺς ἀναβαστακτῆρας Ὀλυμπιόδ. Διάκονος εἰς Ἰὼβ λςϳ. 5.