Adv.
A in whole troops, A.Th.296 (lyr.).
[Seite 461] in ganzen Haufen, schaarenweise, neben πανδημεί Aesch. Spt. 278.
πᾰνομῑλεί: σὺν παντὶ τῷ ὁμίλῳ, μεθ’ ὅλου τοῦ πλήθους, Αἰσχύλ. Θήβ. 296· πρβλ. πανδημεί.