[Seite 930] ἡ, die Erscheinung des heil. Kreuzes, K. S.
σταυροφάνεια: ἡ, (φᾰνῆναι) ἡ ἐπιφάνεια ἢ ἐμφάνισις (φανέρωσις) τοῦ Σταυροῦ, Ἐκκλ. - Ἐπίρρ. σταυροφᾰνῶς, κατὰ τὸν τύπον τοῦ Σταυροῦ, Ἀνθ. Π. 1.60.