ἐμφάνισις
Ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → Terrae, ubi versaris peregre, obsequere legibus → Als Fremder folge dem Gesetz des Gastlandes
English (LSJ)
-εως, ἡ,
A exposure, ψευδοῦς συλλογισμοῦ Arist.SE176b29; πράξεων ἢ λόγων πρὸς ἄλληλα ἐναντιουμένων Id.Rh.Al.1427b14.
2 indication, A.D.Synt.67.27.
3 exhibition, production in court, Just.Nov.15.3 (pl.).
4 proof, demonstration, PMasp.89.5 (vi A. D.).
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 exposición, demostración ψευδοῦς συλλογισμοῦ Arist.SE 176b29, 179b23, μοχθηρίας ἐ. Arist.SE 179b18, πράξεων ἢ λόγων πρὸς ἄλληλα ... ἐναντιουμένων ἐ. Anaximen.Rh.1427b14.
2 indicación, referencia πλειόνων Πτολεμαίων A.D.Synt.67.26.
3 jur. inclusión de documentos en el archivo oficial καὶ διαθηκῶν ἐμφανίσεις καὶ δωρεῶν Iust.Nou.15.3.
German (Pape)
[Seite 819] ἡ, das Sichtbarmachen, Nachweisen, Arist. Soph. el. 23.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμφάνισις: -εως, ἡ, = ἐμφανισμός, Ἀριστ. Σοφ. Ἔλεγχ. 24, 5.
Russian (Dvoretsky)
ἐμφάνισις: εως (ᾰ) ἡ выявление, обнаружение (ψευδοῦς συλλογισμοῦ Arst.).