Ἀδρίας

Revision as of 09:46, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_19)

English (LSJ)

ον, Ion. Ἀδρίης, εω, ὁ,

   A the Adriatic, Hdt.5.9, etc.:— Adj. Ἀδρι-ᾱνός, ή, όν, A.Fr.71, also Ἀδρι-ηνός, κῦμα τᾶς Ἀδριηνᾶς ἀκτᾶς E.Hipp.736 (lyr.): later, Ἀδρι-ακός, νέκταρ, of Italian wine, called Adriatic because imported through Corcyra, AP6.257 (Antiphil.): Ἀδριανικός,

   A ἀλεκτορίδες Arist.GA749b29: Ἀδριατικός, ὄρνιθες Chrysipp. Tyan. ap. Ath.7.285d:—also fem. Ἀδρι-άς, άδος

   A, ἅλμη D.P.92.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀδρίας: -ου, Ἰων. Ἀδρίης, εω, ὁ, ὁ Ἀδριατικός· Ἡρόδ. 5. 9. κτλ. ― Ἐπίθ. Ἀδριανός, ή, όν, (πρβλ. ἀλεκτορίς)· ― ἀλλὰ παρὰ τοῖς παλαιοτέρ. Ἀττικ.: Ἀδριηνός, ὁ Ἀδριατικός· κῦμα τᾶς Ἀδριηνᾶς ἀκτᾶς, Εὐρ. Ἱππ. 736 (λυρ.)· οὕτω παρ’ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 67, ὁ Ἕρμαν. διορθοῖ Ἀδριηναί τε γυναῖκες: ― ὡσαύτως Ἀδριανικός, ή, όν· ἄλλη γραφ. ἐν Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 6. 1, 3, καὶ ἀλλ.· Ἀδριᾱτικός, Ἀθήν. 285D· ― Ἀδριᾰκὸς ἀμφιφορεύς, ὅ ἐ. ἀγγεῖον πλῆρες Ἰταλικοῦ οἶνου, ἔχον τοῦτο τὸ ὄνομα, ὡς κομιζόμενον διὰ Κερκύρας, Ἀνθ. Π. 6. 257· Ἀριστ. Θαυμ. 104, Ἡσύχ. ― ἰδιόρρυθμον θηλ. Ἀδριάς, άδος, Διον. Π. 92.