τό, an Indian
A millet, ragi, Eleusine coracana, Str.15.1.13 and 18:—also βόσμορος, ὁ, Peripl. M. Rubr.14,41.
βόσμορον: τό, εἶδος Ἰνδικοῦ σιτηροῦ, Στράβ. 690· ὡσαύτως βόσμορος, ὁ, ὁ αὐτ. 690.