ές,
A choking by pressure, περίστασις D.S.3.51.
[Seite 988] ές, durch Zusammendrücken erstickend, D. Sic. 3, 51.
συμπνῐγής: -ές, ὁ συμπνίγων, πνιγηρός, Διόδ. 3. 51.