A join in concealing, Ael.NA7.25; conceal together, LXXEp.Je.48, Lib.Descr.13.4, etc.
συναποκρύπτω: ἀποκρύπτω ὁμοῦ, τὸ δὲ στέρνον Ἀνταίῳ συναποκρύπτεται Λιβάν. τ. 4, σ. 1082, 20, κλπ.