ἡ, fem. of sq., E.Ba.419 (lyr.), Opp.C.1.45.
[Seite 318] ἡ, fem. zum Folgdn, εἰρήνη, Eur. Bacch. 419.
ὀλβοδότειρα: ἡ, θηλυκ. τοῦ ἑπομ., Εὐρ. Βάκχ. 419, Ὀππ. Κυν. 1. 45.