Adv.,
A = εὐθύς, D.C.63.19, Prisc.p.325 D.
[Seite 519] u. παρευθύ, = εὐθύς, εὐθύ, sogleich, D. Cass. 63, 19 u. a. Sp.
παρευθύς: Ἐπίρρ., = εὐθύς, Δίων Κ. 63. 19· - παρευθύ, Σουΐδ. ἐν λέξ. ἀρχήν, κλ.