παρορία
English (LSJ)
ἡ,
A failure to preserve landmarks, SIG679.76 (Magn. Mae., ii B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
παρορία: παρορισμός(;) Ἐπιγραφ. Μαγνησ. τῆς παρὰ τῷ Μαιάνδρ. Dittemb.2 928, 76.
ἡ,
A failure to preserve landmarks, SIG679.76 (Magn. Mae., ii B.C.).
παρορία: παρορισμός(;) Ἐπιγραφ. Μαγνησ. τῆς παρὰ τῷ Μαιάνδρ. Dittemb.2 928, 76.